ΙΣΤΟΡΙΑ - ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Οι αυτόχθονες ιχνηλάτες της Ίστριας
Οι σημερινοί ιχνηλάτες της Ίστρια κατατάσσονται στους αποδοτικότερους ιχνηλάτες των Μεσογειακών εδαφών. Εξ’ αιτίας του πολύ καλού χαρακτήρα τους μέσα και έξω από τους κυνηγότοπους, κερδίζουν σταθερά το ενδιαφέρον του Έλληνα λαγοκυνηγού. Είναι αρχαίες, γηγενής φυλές της Μεσογειακής Ίστρια και έχουν μια μακρόχρονη ιστορία άξια σεβασμού. Έχουν χρησιμοποιηθεί ως γεννήτορες για την αναπαραγωγή εξαιρετικής ποιότητας κυνηγετικών σκύλων σε πολλές χώρες της Ευρώπης.
Με τον όρο «αυτόχθονες φυλές σκύλων» μιας γεωγραφικής περιοχής, εννοούμε αρχαίες ράτσες σκύλων που καλλιεργήθηκαν, αναπτύχθηκαν, εξελίχθηκαν και τελικά σταθεροποιήθηκαν ως καθαρόαιμες, «γέννημα – θρέμμα» της γεωγραφικής περιοχής αυτής.
Η Ίστρια αποτελεί μια μικρή χερσόνησο στο βορειοδυτικό τμήμα της σημερινής Κροατίας, μεταξύ του κόλπου της Τεργέστης και του κόλπου της Ριέκα. Βρέχεται από τη βόρεια Αδριατική.
Ημιορεινό το δυτικό της τμήμα, με λεπτό αλλά γόνιμο επιφανειακό στρώμα χώματος. Το υπέδαφος είναι αποκλειστικά βραχώδες. Το ανατολικό της τμήμα είναι ορεινό, βραχώδες και άγονο.
Είναι πολύ έντονο Το «Μεσογειακό» της στοιχείο, με κύρια ασχολία των κατοίκων τη γεωργία την κτηνοτροφία και την αλιεία, θυμίζοντας έντονα το δυτικό τμήμα της Κρήτης και της νότιας Πελοποννήσου. Σήμερα η περιφέρεια της Ίστριας αποτελεί το κυριότερο θέρετρο της Κροατίας και γενικά ολόκληρης της πρώην Γιουγκοσλαβικής δημοκρατίας.
Από τα αρχαία χρόνια οι κάτοικοι της Ίστριας έδειχναν μεγάλη ευαισθησία στην καλλιέργεια πολλών κτηνοτροφικών - παραγωγικών φυλών ζώων άριστης εκτροφής. Μεταξύ αυτών και ράτσες σκύλων μεγάλης κυνηγετικής αξίας. Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι σε μια τόσο μικρή γεωγραφική περιοχή (η έκτασή της είναι λίγο μεγαλύτερη από την Εύβοια) αναπτύχθηκαν τόσες πολλές και ποιοτικές ράτσες σκύλων, τόσο κυνηγετικών όσο και φυλών φύλαξης.
Οι δύο γνωστές επαρχίες της σημερινής Κροατίας, η Ίστρια και η Δαλματία, ήταν επί αιώνες υπό Βενετσιάνικη κατοχή, και στη βιβλιογραφία συναντιόνται περισσότερο ως «Ιταλικές επαρχίες».
Οι Βενεδικτίνοι μοναχοί (του τάγματος του Αγίου Βενέδικτου της Ιταλίας) ήταν οι πρώτοι που πήγαν στην Ίστρια και Δαλματία. Ίδρυσαν μεγάλα μοναστήρια και κατά το Μεσαίωνα είχαν μεγάλη θρησκευτική, πολιτική και οικονομική δύναμη. Τις μεγάλες εκτάσεις των υπό κατοχή μοναστηριών, χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά οι ίδιοι ως κυνηγότοπους. Καλλιεργούσαν επιλεκτικά και κυνηγούσαν με Ιστριακές φυλές ιχνηλατών, τις οποίες αναλυτικά θα δούμε παρακάτω.
Μετέφεραν μάλιστα, τις φυλές των ιχνηλατών της Ίστριας, στην Ιταλία, τη Γαλλία, την κεντρική Ευρώπη και την Αγγλία, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν στην αναπαραγωγή μερικών δικών τους φυλών ιχνηλατών και σκύλων φέρμας.
Έτσι, εξευγενισμένες ράτσες όπως τα Γαλλικά Πορσαλέν (Porcelaine), ο Αυστριακός οξύτριχος ιχνηλάτης των βουνών (Coarshaired Styrian hound), το Αγγλικό Χάριερ (Harrier du Somerset), το Ιταλικό bianco aranccio κ.λπ, έχουν δημιουργηθεί ή βελτιωθεί κυνηγετικά, με γονίδια των ιχνηλατών της Ίστριας.
Θα παρουσιάσουμε, παρακάτω, την επιστημονική έκθεση του κτηνιάτρου κ. Ratimir Orban για τις αυτόχθονες φυλές ιχνηλατών της Ίστρια. Παρουσιάζει μάλιστα μεγάλο ενδιαφέρον, τόσο για την ποικιλία των κυνολογικών στοιχείων που εμπεριέχει, όσο και γιατί γίνεται αναφορά στις δυο ράτσες Ιστριακών ιχνηλατών που υπάρχουν σήμερα και είναι τυποποιημένες. ΤουςΙστριακούς: κοντότριχο ιχνηλάτη (kratkodlaki gonič), και σκληρότριχο ιχνηλάτη (oštrodlaki gonič).
Ο Ιστριακός κοντότριχος ιχνηλάτης (FCI standard Νο 151), είναι μια από τις πιο αρχαίες ράτσες, μιας και υπάρχουν γι’ αυτόν ιστορικά στοιχεία πριν από τριάμισι χιλιάδες (3.500) χρόνια.
Πολυτάλαντος και πολύ ενεργητικός σκύλος, με μεγάλη ποικιλία καλών εργασιακών χαρακτηριστικών. Ιχνηλάτης πρωτοβουλίας με ουσία και γρηγοράδα στο ξεφώλιασμα και την καταδίωξη, μαθαίνει μάλιστα πολύ εύκολα και σε πιο «ειδικές αποστολές», όπως στο απόρτ (κουβάλημα θηραμάτων), στο φερμάρισμα στο θήραμα, στην ανεύρεση τραυματισμένων θηραμάτων ακόμα και με τη χρήση λουριού, στο κυνήγι μόνο ενός θηράματος κ.λπ, πράγματα που τα έχουν διαπιστώσει όσοι εκτρέφουν καθαρές γραμμές κοντότριχου Ιστριακού ιχνηλάτη. Στην παρακάτω επιστημονική εργασία λοιπόν, μαθαίνουμε ότι εδώ και πολλές εκατονταετίες, οι έμπειροι κυνοτρόφοι από πολλές χώρες της Ευρώπης (Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία, κεντρική Ευρώπη κ.λπ) εκτιμώντας τα πλούσια και σπάνια κυνηγετικά χαρίσματα του ιχνηλάτη αυτού, τον χρησιμοποίησαν για τη βελτίωση ή και την αναπαραγωγή πολλών άλλων νεότερων κυνηγετικών φυλών, όχι μόνο ιχνηλατών αλλά και πουλόσκυλων.
Για τη μεταφορά των σκυλιών στη δυτική και κεντρική Ευρώπη, συντέλεσε κυρίως το γεγονός ότι για πολλά χρόνια οι πανέμορφες Ιστρία και η Δαλματία ήταν υπό Βενετσιάνικη κατοχή και μέσω των Βενεδικτίνων μοναχών (οι οποίοι ήταν κυνηγοί και εκτροφείς της ράτσας) μεταφέρθηκαν τα σκυλιά αυτά προς τη Δύση.
Ο Ιστριακός κοντότριχος ιχνηλάτης έχει αντέξει στο χρόνο, σε αντίθεση με τους άλλους ιχνηλάτες που έχουν εξαφανιστεί, και σήμερα είναι ο κατ’ εξοχήν ιχνηλάτης της δυτικής (Μεσογειακής) Κροατίας και Σλοβενίας. Οι Κροάτες πιστεύουν ότι αιτία της αναλλοίωτης διατήρησής του είναι τα προσόντα του. Πράγματι, πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο ιχνηλάτη με μεγάλη προσαρμοστικότητα στα εξαιρετικά δύσκολα εδάφη της Καρσικής περιφέρειας, που είναι σημείο αναφοράς για τη δυσκολία των συνθηκών ιχνηλασίας, τα οποία μάλιστα ανεμοδέρνονται από το καταστροφικό άνεμο Μπούρα (Bura) που εξαφανίζει τις οσμές των θηραμάτων. Κανένας άλλος ιχνηλάτης δεν έχει καταφέρει να ανταπεξέλθει με τόσο πάθος και πείσμα στα εδάφη αυτά, όσο ο κοντότριχος Ιστριακός ιχνηλάτης. Αυτή είναι κυρίως και η αιτία που ο ιχνηλάτης αυτός αναζητείται από Ιταλούς και Έλληνες λαγάδες των ξηρών Μεσογειακών εδαφών με δύσκολες συνθήκες ιχνηλασίας.
Αναντικατάστατος ιχνηλάτης λοιπόν για τους Κροάτες, οι οποίοι μάλιστα σήμερα εκτρέφουν καθαρές γραμμές ιχνηλατών, άλλες για λαγό και άλλες για αγριόχοιρο ή άλλα θηράματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και ο σκληρότριχος Ιστριακός ιχνηλάτης παρουσιάζει τα ίδια ακριβώς εργασιακά στάνταρ με τον κοντότριχο, αλλά φαίνεται να έχει περισσότερη κλίση προς τον αγριόχοιρο.
Αναφορικά με την περιγραφή του αρχαιότερου ίσως σκύλου της Ίστρια, του Istarski hrtoliki gonič ή istarski hrt, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για ένα «λαγωνικόμορφο» ιχνηλάτη ή λαγωνικό σκύλο, της ίδιας φυλετικής ομάδας με τους δικούς μας λαγωνικούς, το Κρητικό λαγωνικό και το Ροδιακό λαγωνικό σκύλο.
Αξιοσημείωτη είναι η εργασία του Ελβετού καθηγητή Keller, στην οποία αναφέρεται ότι αυτός ο σκύλος προέρχεται από το τσακάλι, καθώς και όλοι οι σκύλοι που ανήκουν στην ίδια φυλετική ομάδα «μεσογειακός ιχνηλάτης με μορφή λαγωνικού», που μεταξύ αυτών είναι οι δικοί μας, της Κρήτης και της Ρόδου.
Ο χαρακτηρισμός «λαγωνικόμορφος» - ας μου επιτραπεί από τους κυνολόγους αυτή η έκφραση – χρησιμοποιείται από εμένα γιατί ακριβώς και ο συγγραφέας δίνει μεγάλη σημασία σε ένα σκύλο που φτάνει στο θήραμα ιχνηλατώντας τα πιο πρόσφατα ίχνη του όπως ένας ιχνηλάτης, αλλά η εξωτερική του μορφή μοιάζει με λαγωνίκα. Η μετάφραση της ονομασίας θα ήταν πιο σωστή ως: «Ιστριακός που μοιάζει με λαγωνίκα ιχνηλάτης».
Το Ιστριακό λαγωνικό υπήρξε ένας πολύ μεγάλος κυνηγός. Κυριάρχησε επί χιλιετίες στα βραχώδη και ξηρά κυνηγοτόπια της Ίστριας και της Δαλματίας. Σήμερα έχει χαθεί, προφανώς γιατί επικράτησαν άλλες πιο αποτελεσματικές στο κυνήγι φυλές αυτοχθόνων ιχνηλατών της Ίστριας, όπως οι «τυποποιημένοι» σήμερα Κratkodlaki και Οštrodlaki gonič.
Το 1976 πραγματοποιήθηκε, στο Porec της Ίστριας, επιστημονικό συνέδριο, από την επιστημονική εταιρία (επιτροπή) της Ριέκα για τη διατήρηση των πολιτιστικών στοιχείων της Ίστριας. Στο συνέδριο αυτό, ο συγγραφέας – κτηνίατρος κ. Ratimir Orban παρουσίασε μια πολύχρονη επιστημονική έκθεση για τις αυτόχθονες φυλές σκύλων της Ιστρίας. Η έκθεση αυτή δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά της ειδικής αυτής συνεδρίασης της αποστολής στη Ριέκα το 1978 και επίσης δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ο σκύλος μου» στο Ζάγκρεμπ το 1983.
Η επιστημονική αυτή έκθεση είναι πάρα πολύ σημαντική για τους κυνόφιλους, γιατί περιέχει πολλά και σημαντικά ιστορικά και κυνολογικά στοιχεία, ακόμα και για τον δικό μας Κρητικό κυνηγετικό σκύλο.
Απόσπασμα από το περιοδικόHKS-a "Moj pas", - Zagreb,1983,
Συγγραφέας: κτηνίατρος κ. Ratimir Orban (πρόεδρος επιτροπής 1983)
Μετάφραση: Μαριάννα Λιάσκου.
Η Ίστρια αποτελεί ειδικό φαινόμενο για την Κροατική κυνολογία. Σε σχετικά μικρό χώρο δημιουργήθηκε και ανατράφηκε μεγάλος αριθμός αυτοχθόνων φυλών σκύλων, είτε για κυνήγι είτε για φύλαξη. Ορισμένες από αυτές τις ράτσες έχουν ήδη εξαφανιστεί (εκλείψει), από μερικές έχουμε ακόμα ίχνη, ενώ μερικές υπάρχουν ακόμα και σήμερα. Θα ασχοληθούμε κυρίως με τις ράτσες αυτές, που έχουν ήδη περάσει στην "ιστορία", μιας και για αυτές σήμερα γνωρίζουμε πολύ λίγα.
Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού αυτοχθόνων φυλών σκύλων στην Ίστρια είναι σημάδι ότι οι άνθρωποι που έζησαν εκεί, είχαν από αμνημονεύτων χρόνων, μεγάλο ενδιαφέρον για την ανατροφή υψηλής ποιότητας κατοικίδιων ζώων, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η ράτσα των αυτοχθόνων σκύλων. Καθώς άλλαζαν οι τρόποι του κυνηγιού, άλλαζε και η ράτσα των κυνηγητικών σκυλιών. Πρώτα κυνηγούσαν με σκύλους διώκτες (λαγωνικούς), αργότερα με σκύλους ιχνηλάτες, και σήμερα κυριαρχούν οι εισαγόμενοι σκύλοι πουλιών (φέρμας), γιατί έχει αλλάξει και πάλι ο τρόπος κυνηγιού.
Έτσι επίσης έχει εξαφανιστεί και ο αυτόχθονος ποιμενικός Ιστριακός σκύλος, επειδή δεν υπάρχουν πλέον μεγάλα κοπάδια προβάτων και δεν υπάρχει ανάγκη υπεράσπισης του κοπαδιού από αρπαχτικά ζώα (λύκοι).
Ξεχωριστό χαρακτηριστικό των σκυλιών της Ίστριας είναι ότι πολλές ράτσες (ορισμένες έχουν ήδη εξαφανιστεί) βοήθησαν στην αναπαραγωγή εξαιρετικής ποιότητας σκυλιών σε γειτονικές και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Έτσι, σήμερα βρίσκουμε πολλές εξαφανισμένες Ιστριακές ράτσες σκύλων στην γειτονική Ιταλία, στην Αυστρία, στην Ελβετία, στη Γαλλία, ακόμα και στην Αγγλία. Η Ίστρια είχε από παλιά εμπορικούς δεσμούς με γειτονικές χώρες και ήταν επί αιώνες υπό Βενετσιάνικη κατοχή.
Για αυτή την έκθεση έχει εξεταστεί όλη η διαθέσιμη εγχώρια και ξένη κυνολογική και ζωολογική βιβλιογραφία (ακόμα και η παλαιότερη), αλλά στοιχεία Ιστριακής ονομασίας ράτσας σκύλου βρίσκουμε μόνο στο δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα. Σε παλαιότερη βιβλιογραφία μόνο από την περιγραφή του σκύλου μπορούμε να ξέρουμε ότι (αν) πρόκειται για ράτσα από την Ίστρια. Επιπλέον, η Ίστρια παλαιότερα ήταν σχετικά άγνωστη, γι’ αυτό συχνά περιγραφές δικών μας σκύλων (Ιστριακών), αναφέρονται ως «από άγνωστες ιταλικές επαρχίες».
Ράτσες σκύλων που βρίσκονται στην Ίστρια και φέρουν Ιστριακό όνομα είναι οι ακόλουθες:
1. Istarski hrtoliki gonič ili istarski hrt. Ιστριακός «λαγωνικόμορφος» ιχνηλάτης ή Ιστριακός λαγωνικός.
2. Istarski zuti oštrodlaki gonič zvan "barbino’’. Ιστριακός κίτρινος οξύτριχος ιχνηλάτης ’’barbino’’.
3. Istarski zuti jednobojni kratkodlaki gonič. Ιστριακός κίτρινος μονόχρωμος κοντότριχος ιχνηλάτης.
4. Istarski mali kratkodlaki gonič. Ιστριακός μικρός κοντότριχος ιχνηλάτης.
5. Istarski kratkodlaki gonič (standardiziran). Ιστριακός κοντότριχος ιχνηλάτης (FCI standard Νο 151).
6. Istarski oštrodlaki gonič (standardiziran). Ιστριακός οξύτριχος ιχνηλάτης (FCI standard Νο 152).
7. Istarski ovčar. Ιστριακό ποιμενικό.
(Στην περιγραφή κάθε ράτσας, θα αναφέρεται αν ο σκύλος έχει εκλείψει, εάν εξακολουθούν να υπάρχουν ίχνη του, ή αν ακόμη και σήμερα υπάρχει).
Istarski hrtoliki gonič ili istarski hrt.
(Ιστριακός «λαγωνικόμορφος) ιχνηλάτης ή Ιστριακός λαγωνικός).
Αυτή η ράτσα είναι γνωστή σαν «Ιστριακός λαγωνικός», αλλά μόνο σε ξένη βιβλιογραφία, γιατί στη δικιά μας (Κροατική) βιβλιογραφία δεν αναφέρεται μέχρι στιγμής πουθενά. Το πρώτο στοιχείο σχετικά με αυτό το σκύλο το συναντάμε στην εργασία του καθηγητή Keller από την Ελβετία (το 1902), στην οποία αναφέρεται ότι αυτός ο σκύλος προέρχεται από το τσακάλι, επειδή και στα δυο αυτά ζώα ο τέταρτος τραπεζίτης της άνω γνάθου έχει το ίδιο σχήμα, ενώ το ίδιο πάντα δόντι διαφέρει στους υπόλοιπους σκύλους και λύκους. Παρόμοιοι σκύλοι από την ίδια φυλετική ομάδα «μεσογειακός ιχνηλάτης με μορφή λαγωνικού» υπάρχουν στην Ελλάδα (στην Κρήτη και στη Ρόδο), στην Ιταλία, στη Γαλλία, στην Ισπανία (κυρίως στις Βαλεαρίδες Νήσους) και σε όλη τη Βόρεια Αφρική.
Οι εν λόγω σκύλοι είναι γνωστοί ακόμα και στην αρχαία Αίγυπτο (Αιγυπτιακός λαγωνικός), και γι’ αυτό μια ολόκληρη ομάδα σκύλων ονομάζεται «σκυλιά του Φαραώ». Εάν συγκρίνουμε τα σκυλιά από τις τοιχογραφίες και τα γλυπτά από τους τάφους του Φαραώ το 3000 π.Χ με τη σημερινή μορφή αυτής της φυλετικής ομάδας της Μεσογείου, θα διαπιστώσουμε ότι η φυλή παραμένει η ίδια για πάνω από 5.000 χρόνια.
Παρόμοια σκυλιά (λαγωνικοί) υπήρχαν μέχρι τις αρχές αυτού του αιώνα στη Βοσνία (σύμφωνα με τα στοιχεία του Lasko το 1896).
Οι λαγωνικοί σκύλοι από την Ίστρια αλλά και από την Βοσνία ήταν σκυλιά ύψους περίπου 60 εκ., μπρακοειδές – λαγωνικόμορφο κεφάλι με αρκετά μεγάλα αυτιά (ένδειξη ότι προέρχονται από το νότιο τμήμα της Αφρικής), ισχυρό αλλά πολύ λεπτό σώμα και με μακριά ουρά την οποία συχνά μεταφέρουν/ακουμπούν πάνω στην πλάτη τους. Το βασικό τους χρώμα είναι κοκκινοκίτρινο με αρκετά άσπρα σημάδια, αλλά υπάρχουν και άσπρα σκυλιά με κόκκινα ή πορτοκαλί σημάδια (σχεδόν ίδια με τον σημερινό Ιστριακό ιχνηλάτη).
Η βασική διαφορά ανάμεσα στα σκυλιά λαγωνίκες (τα οποία κυνηγούν αποκλειστικά «με την όραση», άρα με το μάτι) και σ’ αυτούς τους «λαγωνικόμορφους ιχνηλάτες», είναι ότι αυτά κυνηγούν το θήραμα με τη «μύτη», άρα ακολουθούν τα ίχνη με την όσφρηση. Αυτή είναι και η κυρίως απόδειξη ότι είναι πιο κοντά (ότι μοιάζουν περισσότερο) στους ιχνηλάτες παρά στους διώκτες.
Οι μόνες πληροφορίες για τον εν λόγω Ιστριακό ιχνηλάτη βρίσκονται στην Ίστρια στο χωριό Μπέραμ (Beram) κόντα στο Πάζιν (Pazin). Στο νεκροταφείο του Σκρίλιν κοντά στο Μπέραμ υπάρχει ένα παρεκκλήσι με τοιχογραφίες τις οποίες το 1474 ζωγράφισε ο διάσημος ζωγράφος Βίνσεντ (Vincent) από το Κάσταβ (Kastva). Στο αριστερό (βόρειο) μέρος αυτής της εκκλησίτσας υπάρχει η εικόνα «Οι τρεις Μάγοι με τα δώρα», όπου στο κάτω μέρος αυτής της εικόνας βλέπουμε ένα «οδηγό» μικρής ομάδας λαγωνικών, τον οποίο η ιστορική βιβλιογραφία αποκαλεί «φύλακα σκυλιών». Αυτός ο «οδηγός» καθοδηγεί τέσσερις λαγωνικούς σκύλους ανοιχτoύ κίτρινου χρώματος με σηκωμένα αυτιά.
Λίγο πιο δεξιά υπάρχει ένας κίτρινος ιχνηλάτης με κοντό τρίχωμα (παρόμοιος με το δικό μας ιχνηλάτη από την περιοχή Ποσαβίνα) ο οποίος έχει σήμερα επίσης εξαφανιστεί από την Ίστρια.
Στο χωριό Χράστοβλιε στην Σλοβενική ακτή (στο δρόμο Μπούζετ- Κόζιν) υπάρχουν τοιχογραφίες από μαθητές του Βίνσεντ από το Κάσταβ. Και εκεί υπάρχει μια εικόνα «Οι τρεις Μάγοι με τα δώρα» στην οποία υπάρχει πάλι ένας τέτοιος «φύλακας σκυλιών» ο οποίος καθοδηγεί ένα μικρό κοπάδι λαγωνικών.
Στην εκκλησία - το παρεκκλήσι «Crngrob» - βόρεια από το Škofje Loke, στο νεκροταφείο, υπάρχει μια τοιχογραφία στην οποία απεικονίζεται ένας κυνηγός με τέτοιο διώκτη. Αντίγραφο της τοιχογραφίας υπάρχει στο Μουσείο Škofjel στην παλιά πόλη Škofje Loke. Την ίδια φωτογραφία μπορούμε να την βρούμε και στο ημερολόγιο της εταιρίας «Lek» από τη Λουμπλιάνα για το μήνα του Οκτωβρίου το 1976. Σαν ζωγράφος αναφέρεται ο Janez από τη Λουμπλιάνα το 1460.
Πράγματι στο ευχολόγιο του Jurja Topusko από το Ζάγκρεμπ το οποίο βρέθηκε το 1518 και προέρχεται από το 15° αιώνα, υπάρχει η εικόνα μιας κυνηγητικής σκηνής στην οποία φαίνεται καθαρά και ένας λαγωνικός με σηκωμένα αυτιά και ένας ιχνηλάτης με κρεμασμένα αυτιά. Το ευχολόγιο βρίσκεται στο θησαυροφυλάκιο της Μητρόπολης του Ζάγκρεμπ και η εικόνα υπάρχει επίσης στη σελ.68 του βιβλίου "Tisućljetni Zagreb/χίλια χρόνια Ζάγκρεμπ" της σχολικής έκδοσης, στο Ζάγκρεμπ το 1976 και το 1979.
Πιστεύουμε ότι με περαιτέρω έρευνα θα βρούμε ακόμα κάποια εικόνα από το σημερινό λαγωνικό σκύλο για τον οποίο η ξένη βιβλιογραφία αναφέρει ότι έχει υπάρξει στη χώρα μας κυρίως στη Ίστρια.
Žuti istarski oštrodlaki gonič.
(Κίτρινος Ιστριακός σκληρότριχος ιχνηλάτης).
Πρόκειται για σκύλο με μορφή/χαρακτηριστικά ιχνηλάτη, σιταρο-κίτρινο ή κόκκινο-κίτρινο χρώμα, με σκληρό τρίχωμα στο κεφάλι και στο σώμα. Εξαιτίας της γενειάδας που φέρει στο κάτω μέρος του κεφαλιού αυτό το σκυλί το ονομάζουν «barbino» (από τα ιταλικά). Εδώ (Κροατία) είναι τυποποιημένος μόνο ο κοντότριχος κίτρινος ιχνηλάτης σαν «ιχνηλάτης από την περιοχή Ποσαβίνα», ενώ δεν είναι τυποποιημένος ο σκληρότριχος ιχνηλάτης.
Ωστόσο, στη γειτονική Ιταλία υπάρχει ένας τέτοιος ιχνηλάτης με την ονομασία «οξύτριχος ιταλικός ιχνηλάτης» ("segugio italiano a pelo duro") και πιστεύεται ότι το δικό μας (κροατικό) «barbino» έχει κάποια σχέση με αυτό.
Το ίδιο και στη γειτονική Αυστρία υπάρχει ο «σκληρότριχος Στυριακός ιχνηλάτης των ψηλών βουνών» (γνωστός επίσης και σαν Peintiger Brack). Αυτός ο σκύλος προέκυψε από τη διασταύρωση του σημερινού Ιστριακού σκληρότριχου ιχνηλάτη με τον ιχνηλάτη του Ανόβερου, ωστόσο, όσον αφορά το χρώμα, μοιάζει σαν να έχουν χρησιμοποιηθεί σκυλιά «barbini» και όχι το σημερινό Ιστριακό σκυλί (σκληρότριχο).
Žuti jednobojni kratkodlaki gonič.
(Κίτρινος μονόχρωμος κοντότριχος ιχνηλάτης).
Σε εμάς (στην Κροατία) είναι τυποποιημένοι παρόμοιοι κίτρινοι σκύλοι, αλλά με υποχρεωτικά άσπρα σημεία όπως «ο ιχνηλάτης από την Ποσαβίνα "posavski gonič"». Κίτρινο χωρίς καθόλου άσπρο, δεν επιτρέπεται να έχει ο δικός μας (Κροατικός) τυποποιημένος ιχνηλάτης από την Ποσαβίνα. Το αντίθετο, στη γειτονική Ιταλία τέτοιοι σκύλοι χωρίς καθόλου άσπρο είναι τυποποιημένοι σαν «Ιταλικός σκληρότριχος ιχνηλάτης "segugio italiano a pelo forte"». Καθώς οι Ιταλικοί ιχνηλάτες ανήκουν στην ομάδα τον δυτικών ιχνηλατών, χαρακτηρίζονται από τα μακριά και κρεμασμένα αυτιά, και σε αυτό διαφέρουν από τα δικά μας (Κροατικά) σκυλιά. Μπορεί να υποτεθεί ότι οι δικοί μας κίτρινοι ιχνηλάτες διασταυρώθηκαν με τους δυτικούς ιχνηλάτες από τους οποίους κληρονομήθηκε το μήκος και το σχήμα του αυτιού.
Mali istarski kratkodlaki gonič.
(Μικρός Ιστριακός κοντότριχος ιχνηλάτης).
Τέτοιοι ιχνηλάτες είναι σε χρώμα και σε σημάδια (άσπρο με πορτοκαλοκίτρινες κηλίδες) ακριβώς ίδιοι με το «μεγάλο» τυποποιημένο Ιστριακό κοντότριχο ιχνηλάτη (Istarski kratkodlaki gonič). Διαφέρουν μόνο στον ελαφρότερο (ντελικάτο) σκελετό και στο λίγο πιο στρογγυλεμένο σχήμα του κρανίου.
Η προσπάθεια τυποποίησης αυτού του σκύλου σαν ένα ιδιαίτερο είδος Ιστριακού κοντότριχου ιχνηλάτη (το 1958), απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι είναι εκφυλισμένη μορφή του κανονικού (ή μεγαλύτερου) Ιστριακού. Είναι όμως εντελώς λάθος, γιατί οι καρσικές περιοχές απαιτούν μικρότερους και ελαφρύτερους σκύλους και έτσι είναι όλα τα αυτόχθονα είδη ζώων στο Κάρσο και στα νησιά μας, κυρίως στο νησί Krk μικρότερα και ελαφρύτερα (τα πόνυ, τα βοοειδή και τα πρόβατα του νησιού Krk).
.
Είναι λιγότερο γνωστά τα είδη ιχνηλατών που οι Γερμανοί αποκαλούν «Steinbracke», οι Γάλλοι «chien courant de petit taille», οι Ολλανδοί «Steembrok» και οι Άγγλοι «beagle» κλπ. Όλα αυτά τα σκυλιά έχουν ελαφρώς κυρτό το κεφάλι, το οποίο στη ζωοτεχνική ορολογία ονομάζεται «νεανικό» στάδιο και για αυτό και κανείς δε φαντάστηκε ότι θα μπορούσε ένας τέτοιος ιχνηλάτης να ονομαστεί «εκφυλισμένος», αλλά είναι το αποτέλεσμα της εκτροφής από την οποία προέρχονται.
Istarski ovčar. (Ιστριακό ποιμενικό)
Ιστριακό ποιμενικό
Την παλαιότερη περιγραφή αυτού του ποιμενικού σκύλου την έχουμε από την πρώτη ενημέρωση του διευθυντή του ιππικού σταθμού της Lipica (ιδρύθηκε το 1580) όπου αναφέρει ότι προμηθεύτηκε μεγάλους και δυνατούς σκύλους για την υπεράσπιση των αλόγων από τους λύκους. Περιγράφει ακριβώς τα δικά μας Ιστριακά.
Επιπλέον, την παλαιότερη εικόνα τέτοιου ποιμενικού τη βρίσκουμε στο βιβλίο του ζωγράφου Strebel (1901), ενώ το πρώτο Ιστριακό ποιμενικό περιγράφεται στο Αυστριακό γενεαλογικό βιβλίο του 1876, που προερχόταν από το Castelnono, το σημερινό Rakalj κοντά στο Barban.
Είναι ενδιαφέρον ότι αυτό το Ιστριακό ποιμενικό, είναι το πρώτο ποιμενικό σκυλί που περιγράφεται σε Αυστριακό γενεαλογικό βιβλίο (πριν από το Γερμανικό και το Ουγγρικό).
Ο σκύλος τον οποίο μας παρουσιάζουν οι παλιότερες εικόνες, σήμερα πλέον δεν υπάρχει. Ήταν ένας σκύλος που είχε τη μορφή του σκύλου ποιμενικού, άρα με κρεμάμενα αυτιά, ύψους περίπου 60 εκ., γκρι χρώματος, με κοντό και σκληρό τρίχωμα. Ανήκε στο μεσογειακό είδος του σκύλου ποιμενικού (αν και τον αποκαλούν ποιμενικό), κάποιους βρίσκουμε ακόμα στην Savoia (Ιταλία) και στην νότιο Ιταλία. Κάποτε ήταν διαδεδομένος σε όλη την Učkα και την Ćićarijα και οι άνθρωποι εκεί τον λένε «τούρκο» (πιθανό γιατί οι Τούρκοι στους πολέμους χρησιμοποίησαν παρόμοια σκυλιά, όπως και ο σημερινός ανατολικός {Ασιατικός} ποιμενικός).
Τελευταία δείγματα τέτοιων σκυλιών βρήκα το 1955 στα περίχωρα της Pula και στην Ćićarijα.
Φαίνεται ότι στη δημιουργία του σημερινού «Καρσικού ποιμενικού», στη γειτονική Σλοβενία, βοήθησε και ο Ιστριακός ποιμενικός. Η Σλοβένικη κυνολογική λογοτεχνία συχνά αναφέρει τον Βιεννέζο ζωολόγο Kammer, ο οποίος έδωσε την παλιότερη περιγραφή «καρσικού» ποιμενικού, ωστόσο στο βιβλίο του Strebel (1901) διαπιστώνουμε ότι ο Krammer ονόμασε το έργο του «Ιστριακό ποιμενικό» ("Istrianer Schaferhund")!
Istarski kratkodlaki gonič.
Ιστριακός κοντότριχος ιχνηλάτης.
Αυτή είναι η πιο διαδεδομένη ράτσα ιχνηλάτη στα δυτικά του μισού μας κράτους και τα καλύτερα δείγματα προέρχονται από την Ίστρια. Η βελτιωμένη αναπαραγωγή είχε σαν αποτέλεσμα μεγαλύτερα και δυνατότερα σκυλιά, ύψους έως και 56 εκ.
Είναι λευκού χρώματος (άσπρο του χιονιού) με πορτοκαλί σημάδια, τα οποία πρέπει να είναι κομψά, τονισμένα - ξεκάθαρα, (όχι ξεθωριασμένα κίτρινα ή λεμονί).
Ως προς το σχήμα του κεφαλιού διαφέρει λίγο από τις υπόλοιπες δικές μας ράτσες ιχνηλατών και με καταγωγή από το Νότο, πιθανόν ακόμα και από την Αφρική.
Στον τάφο του Φαραώ Tutmonisa III (περίπου το 1500π.χ.) βρέθηκαν άσπρα σκυλιά ίδιου σχήματος με τα δικά μας της Ίστριας.
Γνωστή είναι επίσης και μία εικόνα του Τιτσιάνου (από το πρώτο μισό του 16 αιώνα) η οποία ήδη απεικονίζει τη σημερινή μορφή της Ιστριακής ράτσας ιχνηλατών.
Από την ιστορία της αναπαραγωγής της γαλλικής ράτσας ιχνηλατών Πορσελέν (Porcelaine) μαθαίνουμε ότι για τη βελτίωσή της, χρησιμοποιήθηκαν σκυλιά ίδιου χρώματος από «τα μακρινά ιταλικά σύνορα» (και αυτά θα μπορούσαν να είναι η δικιά μας Ίστρια ή η Δαλματία).
Εκτροφείς αυτών των σκυλιών ήταν οι Βενεδικτίνοι ηγούμενοι (οι οποίοι είχαν κυνοτροφεία και κυνηγότοπους) και γνωρίζουμε ότι τα αρχαία χρόνια οι Βενεδικτίνοι ήταν οι πρώτοι μοναχοί που ήρθαν στα μέρη μας.
Ο Λάσκα (γνωστός Αυστριακός επιστήμονας) αναφέρει ότι ήδη από το 1896 όταν Γάλλοι ηγούμενοι επισκέφτηκαν τα μέρη μας για να επιθεωρήσουν τα υπό κατοχή μοναστήρια, το μεγαλύτερο Μοναστήρι των Βενεδικτίνων ήταν στην Ίστρια.
Στην Αγγλία η πιο κοντινή (παρόμοια) σε εμάς ράτσα είναι η «Harrier du Somerset» και γνωρίζουμε ότι ο πρίγκιπας από την αριστοκρατική οικογένεια Somerset ταξίδευε συχνά στα μέρη μας (π.χ στο Trogir) και είναι πιθανό να έστειλε τη συγκεκριμένη ράτσα αυτών των χρωμάτων στην πατρίδα του.
Γνωρίζουμε επίσης ότι η παλιά μορφή των ιταλικών πουλόσκυλων «bracco italiano» και κυρίως το είδος « bianco aranccio» έχουν σχεδόν το ίδιο χρώμα με το δικό μας Ιστριακό ιχνηλάτη.
Από τη βιβλιογραφία γνωρίζουμε επίσης ότι ο Ιστριακός ιχνηλάτης μάθαινε πολύ εύκολα να «φερμάρει» μπροστά από το θήραμα, δουλεύοντας έτσι σαν πουλόσκυλο και όχι σαν ιχνηλάτης.
Καθώς στην Ιταλία δεν έχουν ιχνηλάτες τέτοιου χρώματος, μπορούμε σίγουρα να ισχυριστούμε ότι τα δικά τους πουλόσκυλα ήταν οι δικοί μας ιχνηλάτες.
Μάλιστα σε αρκετές Γαλλικές ράτσες κοντότριχων πουλόσκυλων (Σενζερμέν ή Βορβωνικά) και σε Αγγλικά pointer έχουμε παραδείγματα σκύλων με πορτοκαλί σημάδια, ίδια με τα δικά μας της Ίστριας.
Istarskioštrodlakigonič. Ιστριακός σκληρότριχος ιχνηλάτης.
Αυτή είναι η τυποποιημένη ράτσα ιχνηλάτη με τα ίδια σημάδια όπως και ο κοντότριχος, αλλά με σκληρότερο και πιο οξύ τρίχωμα. Αυτή η ράτσα είναι ακόμα πιο γνωστή στην Ευρώπη, όμως δεν αναφέρεται πάντα σαν Ιστριακή, αλλά αναφέρεται πολύ συχνά σαν «Βόσνιακος» ιχνηλάτης λόγω ομοιότητας με το Βόσνιο οξύτριχο ιχνηλάτη ονομαζόμενος «Barak». Έτσι, σε πολλά παλιότερα βιβλία συναντάμε την ονομασία «Βοσνιακός», αλλά από την περιγραφή διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για τον «Ιστριακό» ιχνηλάτη.
Παρόμοιο άσπρο-πορτοκαλί οξύτριχο ιχνηλάτη συναντάμε στο Τιρόλο, στη συνέχεια στην Ελβετία και με ακόμα περισσότερες ομοιότητες είναι οι γαλλικοί ιχνηλάτες της Βανδέας και οι αγγλικοί «Ουαλοί» ιχνηλάτες.
Στις περιγραφές των ιταλικών οξύτριχων πουλόσκυλων «bracco spinone» του τύπου «bianco aranccio» (π.χ Beckmann 1889), αναφέρεται από που οι Ιταλοί προμηθεύονταν από την Ίστρια ή την Δαλματία σκύλους για βελτίωση των δικών τους πουλόσκυλων και από τις εικόνες μπορούμε δύσκολα να ξεχωρίσουμε αν πρόκειται για ιταλικό πουλόσκυλο ή για ιστριακό ιχνηλάτη επειδή μοιάζουν τόσο πολύ. Και από αυτό προέρχεται και η απόδειξη (την οποία οι ίδιοι αναγνωρίζουν), ότι το δικό τους (Ιταλικό) πουλόσκυλο προέρχεται από το δικό μας ιχνηλάτη.
Αυτή η σύντομη επισκόπηση στην Ιστριακή ιστορία των αυτοχθόνων φυλών σκύλων, μας έδωσε μόνο μια γρήγορη εικόνα για τη διαδοχή των φυλών των σκύλων σε διάφορα μέρη της Ευρώπης, όπου ακόμα και σήμερα βρίσκουμε σκυλιά που μοιάζουν πολύ με κάποιες Ιστριακές ράτσες.
Από αυτό διαπιστώνουμε ότι εκείνη την εποχή, η Ίστρια ήταν θησαυροφυλάκιο και φυτώριο για ορισμένες φυλές σκύλων, ορισμένες από τις οποίες έχουν εδώ (Κροατία) εξαφανιστεί, αλλά μπορούμε να τις βρούμε ακόμα στο εξωτερικό. Το πιθανότερο είναι ότι οι δικοί μας κοινολόγοι έχουν επωφεληθεί πολύ λίγο αυτόν τον πλούσιο θησαυρό, διότι εμάς στην ουσία μας έχουν απομείνει μόνο δύο τυποποιημένες φυλές: ο Ιστριακός κοντότριχος και ο σκληρότριχος ιχνηλάτης.
Αυτό το άρθρο θεωρείται προάγγελος μιας σειράς στοιχείων για τα οποία θα πρέπει να γραφτούν ειδικά άρθρα, γιατί με μια πολύ μικρή γνώση της ιστορίας των αυτοχθόνων φυλών σκύλων της Ίστριας μπορούμε να γνωρίσουμε καλύτερα το εγχώριο αλλά και το ξένο έμπειρο κυνολογικό κοινό.
|